Τρίτη, Ιουλίου 12

EDITORIAL - 3 Μέρες στην Σκιάθο

Από τον Mr. T

Μέσα στην μουνταμάρα της εποχής μας, που τίποτε πια δεν δείχνει να είναι αισιόδοξο, που όλα μας κάνουν κάθε μέρα να αγωνιούμε για το αύριο, οι διακοπές είναι η μονή χαρούμενη ενασχόληση. Από την μέρα της απόφασης μας για το που και ποτέ θα πάμε, μέχρι και τη μέρα που θα ξεκινήσουμε αλλά και λίγες μέρες μετά που αναπολούμε πώς περάσαμε. Τελευταία, όλη αυτή η διαδικασία έγινε πιο ευχάριστη αφού η ανάγκη της μεγάλωσε. Όλοι ευχαριστιόμαστε περισσότερο κάθε δευτερόλεπτο απολαμβάνοντας κάθε στιγμή.

Έτσι και εγώ, ψάχνοντας ένα ωραίο προορισμό για τρεις μέρες και αφού η Χαλκιδική έχει γίνει πια ανυπόφορη, διάλεξα την Σκιάθο με τη...
λογική ότι είναι νησί άρα πραγματικές διακοπές έξω από τα καθιερωμένα σαββατοκύριακα. Καταλαβαίνετε εε;

Η πρώτη θετική έκπληξη, βρήκα πτήση με 90€ μετ’ επιστροφής. Ναι, σωστά διαβάζετε. Η ολυμπιακή έκανε την τιμή στον θεσσαλονικιό και μπορεί κάποιος να ταξιδέψει σ’ ένα τόσο όμορφο νησί με 45€ απλή μετάβαση και σε μόλις 25 λεπτά. Δυστυχώς το αεροπλάνο ήταν μισογεμάτο... Με πολύ ανυπομονησία, 7:30 την παρασκευή προσγειώθηκα στην Σκιάθο. Διάλεξα από ένστικτο ένα καταπληκτικό ξενοδοχείο το όποιο η σχέση τιμής και άξιας ήταν μια χαρά. Kivo Hotel, η καλύτερη θεά του αιγαίου, εφάμιλλη με αυτή της Σαντορίνης. Ένα μπαλκόνι στη θάλασσα, με ευγενικούς απλούς υπάλληλους που δεν γκρίνιαξαν καθόλου από τις συνεχόμενες ερωτήσεις μου ανασφάλειας που πάντα έχω σε μέρη που δε ξέρω. Ερωτήσεις του τύπου «που να φάω;» «που θα βγω;» «που θα κολυμπήσω;» «θα βρω ξαπλώστρες;» «είναι μακριά;»...

Το βράδυ της πρώτης μέρας και με τη βοήθεια φίλου που συνάντησα τυχαία στο αεροπλάνο, έφαγα σ’ένα πολύ όμορφο μπαλκόνι. Αξιοπρεπέστατο φαγητό, αρκετά ακριβό θα έλεγα αλλά χωρίς να είμαι σίγουρος ότι έφταιγε το εστιατόριο αφού σαν πρώτη μέρα μ’έπιασε αυτό που μας πιάνει όλους: το σύνδρομο του ταξιδιώτη που σπαταλά τη πρώτη μέρα τα μισά του χρήματα από ενθουσιασμό. Είμαι σίγουρος πως όλοι την πάθατε κάποια φορά. Το εστιατόριο είχε καταπληκτικό service αλλά η έκπληξη ήταν τα δυο αφεντικά του εστιατορίου. Φιλικοί, μάγκες, με χιούμορ, καλοί πωλητές –ξέρετε, αυτοί οι δαιμόνιοι έλληνες που σου πουλάνε ό,τι θέλουν, κάνοντας τον αντίστοιχο γερμανό σερβιτόρο να μοιάζει μαθητούδι μπροστά στον καθηγητή πανεπιστημίου. Αθάνατο ελληνικό -αυθεντικό όμως- δαιμόνιο. Όχι με την κακή έννοια που τελευταία έχουμε παρεξηγήσει. Το ελληνικό, έξυπνο γονίδιο. Τα παράπονα που είπα, έχουν να κάνουν μόνο με μένα και το σύνδρομο που ανέφερα. Θυμάστε;

Μια βόλτα στην πόλη ήταν απαραίτητη. Ως γνήσιος ελληνάρας που δεν πάει πουθενά αν δεν έχει γνωστό, ανακάλυψα πως φίλος μου αθηναίος έχει συνέταιρο στη Σκιάθο κάποιον που έχει club. Ήταν σίγουρο πως θα έβρισκα τρόπο να πάω μόνο εκεί και ας έχω να πάω σε club δέκα χρόνια. Πώς θα έπειθα τη κοπέλα μου; Σχετικά εύκολο αφού γενικά ξέρει πως μόνο στις αντιρρήσεις θα έμενε αν προσπαθούσε. Θα έβρισκα χίλιους λόγους ξαφνικά να θέλω τέτοιου είδους καταστήματα. Άρα, ως έξυπνη κοπέλα ,δεν θα ήταν; Αφού είμαστε μαζί, γιατί να φέρει αντίρρηση;....

Ακολούθησε άλλη μια έκπληξη. Σ’ένα δρόμο 500 μέτρων, 10 τουλάχιστον μαγαζάρες. Επενδύσεις, όχι αστεία. Καναπέδες, bar, τηλεοράσεις, νταλαβερτζήδες στον δρόμο που σε καλησπέριζαν (καλησπεράκηδες που πληρώνονται με το κεφάλι), σοκαριστικό φαινόμενο το οποίο δεν ήταν και ιδιαίτερα ευχάριστο αφού ήταν ολοφάνερο πως τα μαγαζιά δεν δούλευαν ή τουλάχιστον δεν δούλευαν όπως έπρεπε... Μια αγωνία ήταν ζωγραφισμένη σε όλα τα πρόσωπα...Αγνοώντας τις προσκλήσεις των ..νταλαβερτζήδων, εγώ έψαχνα τον συνέταιρο του φίλου μου που λέγαμε. Για κακή μου τύχη, ήταν το τελευταίο κατάστημα, ένα εξαιρετικά όμορφο μαγαζί... Ενθουσιασμένος δήθεν από την ατμόσφαιρα ..τι να πω στην αγάπη μου..Καθίσαμε για ποτάκι σε ένα άδειο μαγαζί. Ήρθε βεβαία ο φίλος του φίλου, μας περιποιήθηκε. Λέγοντας την δικαιολογία πως είναι πολύ νωρίς ακόμη και πως το μαγαζί δουλεύει με κόσμο διαφορετικό –ξέρετε, αυτά που λεμέ όλοι όταν δεν πηγαίνουν καλά οι δουλείες. Ήπιαμε τα ποτάκια μας, ακούσαμε δυνατή -μετά από χρόνια- μουσική και αφού ευχαριστήσαμε τον δικό μας πια φίλο, πήγαμε στο ξενοδοχείο.

Πολύ γλυκό, όμορφο ξενοδοχείο που σε γέμιζε ενεργεία συνεχεία και ας μην μας απαντούσε ο ρεσεψιονιστ γιατί μάλλον ήταν εικονική πραγματικότητα η βραδινή βάρδια... Θα μου πείτε τώρα «τι τον θέλατε βραδιάτικα;».. Θα σας εκμυστηρευτώ ένα άλλο πολύ σοβαρό πρόβλημα που έχω την πρώτη βραδιά στα ξενοδοχεία. Εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, δεν θυμάμαι ποτέ με τη πρώτη, το νούμερο του δωματίου εκτός και αν είναι κάποιο σημαντικό νούμερο για μένα.. Να μια καλή πρόταση..Να διαλέγει ο πελάτης το νούμερο, γιατί έτσι θα νιώθει πιο οικεία και δεν θα χρειάζεται η βραδινή βάρδια... Α, τον υπάλληλο τον ήθελα και κάτι άλλο: να μου πει τον κωδικό του wifi αφού από τη μέρα που έχω smartphone σερφάρω συνεχεία.. Καταλαβαίνετε…
Δεν πειράζει όμως. Με τον κίνδυνο του λάθους, η αγάπη μου βρήκε το σωστό δωμάτιο...

Σε λίγο, οι επόμενες μέρες…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...